Το ωραιότερο ορειβατικό τραγούδι για τον Ταΰγετο
Από την ιστοσελίδα http://www.eoskavalas.com/logotexnia/sikelianos.htm

Και να μερικές στροφές τώρα απ' τον «Ύμνο στην όρθια Αρτέμιδα»:
Ώ Ταΰγετε, χαλκό βουνό,ως με δέχτης τέλος ασκητή!
Ώ σκισμένα όρη,όταν εκλείσατε από πίσω μου,αφήνοντας με ολόμονοόπως, σαν ένα κριάρι κατεβείαπ' ορτή πλαγιά σ' ένα πετρόλακοκαι ξαφνικά γυρίζοντας να φύγει,νιώθει πώς δεν είναι δυνατόγιατί οι ίδιοι βράχοιπού το βοήθησαν να κατεβείτώρα γλιστράνε στο ανηφόρι,απάτητοι,παντού!Ολόμονο με κλείσατεμεσ' την ακρότατη ερημιά,μονάχα να σαλεύω ολόγυρα στη φτέρνα μουνα σε κυτάζω, κάστρο ατέλιωτο χαλκό!
Ούτε μπροστά, ούτε πίσω!αλλά κει, στον ίδιο τόπο απάνου,δίχως σπιθαμή τριγύρα ν' ακουμπήσω ή ν' απλωθώ,αλλά και, στον ίδιο πάντα τόπο,ορτός!
Ώ πυροδότη των ανθρώπων,δεν άκουσα ν' ανεβαίνει κάτουθε,από τον τραχύ γκρεμό,ή παρηγοριά των Ωκεανίδων!αλλ’ απ’ ολούθε ο βράχος,η καρδιά της γης,το χώμα πού καθ' ώρα ανάδινεμια μυρουδιά ψηλότερη από πελαγίσια τρικυμία,βουλιάζοντας και παίζοντας στα κύματά τηςάπλερο ένα σκάφος,τη μικρή μου αναπνοή!
Κι' όλο μου το αίμα ήταν βοή στ’ αυτιά μου,και στα μάτια μου μια ανάβρα σπίθες,όπως ή πρωτάναφτη φωτιά μέσ' το καμίνι,εμπρός στο φυσερό!
Αλλ' όταν τέλος απιθώθηκε η ψυχή μουστην αδάμαστή σου, Ταΰγετε, ευωδιά.
………………………………………………………….
Ώ νέες πνοέςπού εθρέψατε τη δύναμή μου αδάμαστη και σιωπηλή,πέπλα της βοής στις πέντε σου βουνοκορφέςπού σιγολιώνανε τα χιόνια,ανάεροι καταρράχτεςτης μπουμπουκιασμένης ροδοδάφνηςστα γκρεμνά,στα γκρεμνά,ανατολή του Δώριου Απόλλωναστα μάτια μου μπροστά,η όψη σκληρή και σκαλιστήστον κόκκινον αμάλαγο χαλκό!
Ώ μάτια μου, θρεμμένα τέλος σαν του λιονταριούμες στο άπαρτο σκοτάδι του βουνού Ισιωπή βαθιά,που δεν εσάλευε μια πνοή,και τα ίδια χέρια μου ήταν άφανταστην πίσσα της βουβής βραδιάς,ώ στοχασμοί!σα νυχτερίδες κυκλοφέρνονται στη σκιά,σαν άξαφνα απ' τη Σπάρτηεπρόβαλε κατάνακρα,ορθία Αρτέμιδα
……………………………………………………..
Τα πρώτα βέλη Σουάρχισαν δονώντας τη σιγή!Γύρω απ’ τ' αυτιά μου εσούριζαν,ανάρια σταφνισμένα,ως σε σημάδι μες στα σκότηόπου Συ μόνον έβλεπες ψηλά!Λαμπρίζαν χαμηλά στρωμένατα πλεχτά καλάμιααπ' τη δροσιά του Ευρώτα.Στην κόκκινη πεδιάδαούρλιασαν τότε oι Λάκαινες oι σκύλες...Δεν έσκυψες να οργώσεις με γενί τη γηναλλά εμαστίγωνες ως το αίματους εφήβους σιωπηλή,κι’ απάνω τους σκυμμένη η παρθενία Σου,που ιδρωμένη εμυροβόλαπιότερο απ' του δασού τη καρδιά,τους κέντριζεως με τη στερνήν ανάπνοιαστην ανηφοριά,στο στεγνωμένο τους λαρύγγι τάζονται,πηγή μονάχη,την κορφή!
0ι στίχοι αυτοί είναι βέβαια ορειβατικοί, έχουν αυτό που λέγεται συνείδηση, βίωμα του βουνού. Ωστόσο δεν είναι απαλλαγμένο από τη φιλολογική φλυαρία, κι’ είναι το ωραιότερο ορειβατικό τραγούδι για τον Ταΰγετο.